- τετράδιος
- τετρᾰδ-ιος πυρετός,A quartan fever, BGU956 (iii A.D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τετράδιος — ον, Α [τετράς, άδος] φρ. «τετράδιος πυρετός» ο τεταρταίος πυρετός … Dictionary of Greek